υαλόπαγος

υαλόπαγος
ο гололёд, гололедица

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "υαλόπαγος" в других словарях:

  • υαλόπαγος — Λείο και συνεχές στρώμα πάγου, που καλύπτει το έδαφος και τα αντικείμενα που βρίσκονται πάνω σ’ αυτό, και που δεν έχει τη λευκότητα ούτε την κρυσταλλική όψη των ομιχλοκρυστάλλων. Ο υ. οφείλεται γενικά στην πτώση βροχής, η οποία στερεοποιείται… …   Dictionary of Greek

  • υαλόπαγος — ο λεπτό, διαφανές και γλιστερό σώμα πάγου στο έδαφος, που δημιουργείται από την πήξη του νερού και της ομίχλης …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • πάχνη — Στερεό προϊόν της συμπύκνωσης των υδρατμών του αέρα, με απευθείας μετάβαση από την αέρια στη στερεά κατάσταση, υπό μορφή μορίων ή βελονών πάγου που επικάθονται στο έδαφος και στις διάφορες εκτεθειμένες στο ύπαιθρο επιφάνειας. Το φαινόμενο της π.… …   Dictionary of Greek

  • ύαλος — και ύελος, η / ὕαλος και ὕελος, ΝΜΑ, και ὕελλος, ἡ, μτγν τ. ὕαλος, ὁ, Α το γυαλί νεοελλ. 1. συνεκδ. υαλοπίνακας, τζάμι 2. φρ. «υφαιστειακή ύαλος» (πετρογρ.) υαλώδες πέτρωμα που σχηματίζεται από λάβα ή από μάγμα και έχει σύσταση παρόμοια με τη… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»